Translate

Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΑΚΗ ΠΟΙΗΣΗ, ΘΕΑΤΡΟ, ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ (14ος-μέσα 16ου αι.)



Αφήγηση και λυρισμός
Την εποχή αυτή εντείνεται ιδιαίτερα η γραφή ποίησης σε εθνικές γλώσσες.
Ο συνδυασμός της γραπτής ποίησης και της μουσικής αρχίζει να υποχωρεί – ακόμα περισσότερο, όταν αρχίζει να εξαπλώνεται το τυπωμένο βιβλίο και η ανάγνωσή του. Τα ποιήματα πρέπει πλέον να στηρίζονται, σχεδόν αποκλειστικά, στη γλώσσα και τις λέξεις της (....) πράγμα το οποίο σημαίνει, μεταξύ άλλων, ανάγκη νέων στιχουργικών μορφών, νέων σχημάτων ομοιοκαταληξίας και μέτρου.
Ο ιπποτικός λυρισμός των τροβαδούρων τραγουδούσε τον έρωτα (….) και πήγαζε ασφαλώς, από τις λέξεις, αλλά επίσης από τη μουσική που συνόδευε τα λόγια του ποιητή. Το είδος της λυρικής ποίησης αν και συνεχίζει να καλλιεργείται μέχρι το τέλος του 14ου αι, σιγά σιγά, παραχωρεί τη θέση του σ’ ένα άλλο, διαφορετικό, πιο οικείο, όπου η φτιαγμένη από τα όργανα μουσική αντικαθίσταται από τη φυσική μουσική των λέξεων, των ρυθμών και των ομοιοκαταληξιών.
Ο ποιητής που καλείται να παίξει ρόλο στους πολιτικούς κύκλους συνειδητοποιεί τη δύναμή του και εξελίσσεται σε πραγματικό τεχνίτη των λέξεων. Μέσα από τον ποιητή, ο «δημιουργός» γίνεται συγγραφέας.
Την περίοδο του ώριμου ευρωπαϊκού ουμανισμού, πολύ διαδεδομένο είναι το ρεύμα λατινικής ποιητικής γραφής, η οποία ακολουθεί, όχι δίχως ιδιόρρυθμες αποκλίσεις, τα κλασικά πρότυπα, τόσο της αφηγηματικής όσο και λυρικής ποίησης. Πολλοί συγγραφείς επιλέγουν την παράλληλη γραφή στην εθνική τους γλώσσα και στα λατινικά.
Εντυπωσιακή ανάπτυξη ανά την Ευρώπη είχε ένα συγκεκριμένο ποιητικό είδος λατινικής ποίησης, η λεγόμενη βουκολική έμμετρη μυθιστορία, όπου υμνούνται με νοσταλγική διάθεση οι πλευρές της ζωής της υπαίθρου. Ο ναπολιτάνος Σανατζάρο (1456-1530) με το έργο του Αρκαδία (1504) συμβάλλει αποφασιστικά στην καθιέρωση μιας ποιητικής εικόνας της «Αρκαδίας», που θα διατηρήσει την ισχύ της στη νεότερη εποχή.

ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ (1300-1450)
Γαλλία: Κατεξοχήν είδος η μπαλάντα. Ενώ αδιαμφισβήτητος μάστορας είναι ο Γκιγιώμ ντε Μασώ (Guillaume de Machaut, περ. 1300-1377)
Αγγλία: Ο Τσώσερ εμπνέεται από τον Μασώ.                            
Κάτω Χώρες (βόρειες): Ιπποτικός λυρισμός.
Ιβηρική: Έντονη γαλλική επίδραση του βορά και των περιοχών της γλώσσας του οκ. Επίσης εμφανίζονται 3 θεματικά είδη: α)
ΤΟΜΑΣ ΜΟΥΡ
ΤΟΜΑΣ ΜΟΥΡ
τραγούδια της αγάπης, β) τραγούδια του φίλου, γ) τραγούδια του καημού. Τέλος, εντοπίζουμε και τα τραγούδια του εμπαιγμού ή της κακολογίας.
Ωστόσο από το Β’ μισό του 15ου αιώνα η γαλλική επίδραση εκτοπίζεται από την ιταλική.
Στις αρχές στην ισπανική λυρική ποίηση, είναι αισθητές οι γαλλοπροβηγκιανές και πορτογαλικές επιρροές. Από το 1350 ο γαλικιανο-πορτογαλικός λυρισμός δίνει τη θέση του στον γαλικιανο-καστιλιάνικο ιπποτικό έρωτα.
Γερμανία: Το τραγούδι του ιπποτικού έρωτα, συνεχίζει να συγκεντρώνει τις προτιμήσεις των ποιητών. Κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, το τραγούδι του ιπποτικού έρωτα μεταμορφώνεται και μεταβάλλεται σε τραγούδι μαστόρων – μουσουργών. Το 1ο ήταν αριστοκρατικό ενώ αυτό που το διαδέχτηκε αστικό.
Βοημία: Μέσα του 14ου αιώνα, λυρική ποίηση ιπποτικού χαρακτήρα, με τη συνοδεία μουσικής.
Παράλληλα με τη λόγια αναπτύσσεται και μια λαϊκή λυρική ποίηση.
Γερμανία: Ονομάζεται λαϊκό τραγούδι, με κύριο θέμα τον έρωτα.
Αγγλία & Σκωτία: ο λαϊκός λυρισμός αναπτύσσεται με τη μορφή της μπαλάντας.
Σκανδιναβία (Δανία, Σουηδία, Νορβηγία): η δημοτική ποίηση δείχνει προτίμηση στα δίστιχα και τετράστιχα στροφικά σχήματα. Πρόκειται για αφηγηματικά κομμάτια που χορεύονται, απαγγέλλονται, τραγούδιουνται. Η υπόθεση έχει επικό ή δραματικό χαρακτήρα.

ΜΙΚΑΕΛ ΑΝΤΖΕΛΟ
ΜΙΚΑΕΛ ΑΝΤΖΕΛΟ
   ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ (1450-1550) 
Στη λυρική ποίηση, η νεολατινική γραμματεία της εποχής, ακολουθεί τα μεγάλα κλασικά πρότυπα: του Κάτουλο, του Τίβουλλο, του Προπέρτιο, του Οβίδιο. Ο λυρισμός εκφράζεται επίσης στις λογοτεχνίες των εθνικών γλωσσών.

Ισπανία: Ο Χόρχε Μανρίκε (Jorge Manrique, περί τα 1440-1479) σημαδεύει τη μετάβαση από το Μεσαίωνα στη νεότερη εποχή. Η φήμη του οφείλεται στις Στροφές στο θάνατο του πατρός του (1476), όπου εκφράζει το βαθύ βίωμα σε σχέση με το θάνατο, τη ματαιότητα και τη συντομία της ανθρώπινης ζωής.
Γαλλία: Επιφανείς εκπρόσωποι: α) Βιγιόν, β) Ποιητές της σχολής των μεγάλων ρητορικών, η τέχνη τους αναπτύχθηκε μεταξύ 1470-1520 και έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στη φιλολογική ζωή της εποχής, γ) Κλεμάν Μαρό (1499-1544), καλλιεργεί παραδοσιακά είδη όπως το ρόντο ή τη μπαλάντα, αλλά εισάγει και νέα ποιητικά σχήματα όπως: το σονέτο, ο «θυρεός», η βουκολική εκλογή και το επίγραμμα που τα δανείζεται απ’ τους αρχαίους.
Στη Λυών, ο πετραρχισμός και ο νεοπλατωνισμός είχαν μόνιμη παρουσία.
Κάτω Χώρες: Τη λυρική ποίηση χαρακτηρίζει η στράτευσή της, σε θέματα κοινωνικά αλλά και θρησκευτικά.
Ιταλική επίδραση: Τα έργα των Ιταλών λυρικών αποτελούν πηγή έμπνευσης για πλήθος άλλων ποιητών της υπόλοιπης Ευρώπης. Πρόκειται για τους Σαναζάρο και Πετράρχη. Η Αρκαδία του πρώτου αποτελεί καλοδομημένο ποιμενικό μυθιστόρημα. Καινοτομία αποτελεί η εναλλαγή πεζού και έμμετρου λόγου. Το δε αρκαδικό τοπίο, μοιάζει με επίγειο παράδεισο που δεν έχει σχέση με τον υπαρκτό κόσμο.
Αγγλία: Αισθητή η επιρροή του Πετράρχη.
Πορτογαλία: Η ποίηση αποδεσμεύτηκε από τη μουσική, ο ιπποτισμός αντικαταστάθηκε από έρωτες πιο περιστασιακούς και κοσμικούς. Ενώ έντονες είναι οι ιβηρικές και ιταλικές επιδράσεις.
Νεοελληνική λογοτεχνία: Επιρροή ιταλική λόγω στενών σχέσεων Ελλάδας-Βενετίας.
Κροατία: Ισχυρό απόηχο είχε ο πετραρχισμός

Νέοι δρόμοι έμμετρης αφήγησης
Κυρίως κατά την περίοδο 1300-1450 αλλά και κατά τον 16ο αιώνα, συνεχίζεται η δημοτικότητα και η ανάγνωση μεσαιωνικών επών αλλά και η συγγραφή νέων παραλλαγών επικών θεμάτων σε δημώδεις γλώσσες. Το ίδιο συμβαίνει και με τις έμμετρες ιπποτικές μυθιστορίες. Το φαινόμενο καλύπτει όλη τη δυτική Ευρώπη και έχει περισσότερο θρησκευτικό χαρακτήρα σε Κροατία και Ρωσία.
Στο Βυζάντιο, εντοπίζουμε την έμμετρη αφήγηση προς δημώδη κατεύθυνση και κυρίαρχο θέμα τον έρωτα, ενώ αργότερα εμφανίζεται και η έμμετρη θρηνητική εξιστόρηση της πτώσης της Κωνσταντινούπολης.
Επίσης, ποικίλες μορφές αφηγηματικής ποίησης, σε δημώδη ελληνική γλώσσα με θέματα τόσο τον έρωτα όσο και θρησκευτικού ή διδακτικού περιεχομένου, εμφανίζονται στις ενετοκρατούμενες περιοχές.
Η αφηγηματική ποίηση της εποχής αποκτά τη μεγαλύτερη λογοτεχνική της αίγλη, με έργα που είτε μεταβάλλουν δραστικά είτε παρωδούν τα μεσαιωνικά πρότυπα. Δύο τέτοια έργα δίνει η νεότερη ιταλική γλώσσα: το 1ο είναι η Θεία Κωμωδία του Δάντη (1265-1321), το 2ο τυπικότερο δείγμα αναγεννησιακής αφηγηματικής ποίησης είναι η παραλλαγή και εν' μέρει παρωδία του μεσαιωνικού μύθου του Ρολανδού από τον Αριόστο (1474-1533) , με τίτλο: Ο Μαινόμενος Ορλάνδος
Ο Τσόσερ (1340-1400), θεωρείται πατέρας της νεότερης αγγλικής ποίησης και της νεότερης αγγλικής λογοτεχνικής γλώσσας. Το κυριότερο έργο του Ιστορίες του Καντένμπουρυ, αν και ημιτελές, χαρακτηρίζεται από ποικιλία θεμάτων και ύφους. Η υπόθεση του έργου αφορά μια πορεία προσκυνήματος, όπου οι προσκυνητές αφηγούνται ιστορίες. Η αφήγηση αν και έμμετρη βρίσκεται κοντά στο νεότερο διήγημα.
Το ισπανικό «Ρομανθέρο», αποτελεί αφηγηματική ποίηση, που συνδέεται με το έπος και δημιουργεί τη δική του παράδοση.

ΕΠΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ (1300-1450) 
Κατά τους δύο τελευταίους αιώνες του Μεσαίωνα, το ιπποτικό έπος και το μυθιστόρημα του ιπποτικού έρωτα παρακμάζει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, λόγω της απώλειας κύρους που υφίσταται ο θεσμός της ιπποσύνης, και της όλο πιο σημαντικής θέσης που καταλαμβάνει η αστική τάξη στην πολιτισμική παραγωγή.
Στη Γαλλία γράφονται ακόμα ηρωικά έπη σε επαρκή ποσότητα αλλά η ποιότητα πέφτει. Ορισμένα γράφονται στην παράδοση των ασμάτων των σταυροφοριών αλλά πραγματεύονται σε βαθμό σημαντικό ερωτικά ή περιπετειώδη θέματα, όμως συνδέονται στενά με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Γράφονται επίσης ηρωικά έπη σε πεζό λόγο. Το γαλλικό έπος διατηρεί κάποιο κύρος και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Η ΕΠΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (1450-1550)
Εκτός από τους συγγραφείς που χρησιμοποιούν τα λατινικά, ο αριθμός εκείνων που γράφουν στην ομιλούμενη γλώσσα αυξάνεται. Τα θέματα που είχαν εμπνεύσει τους επικούς ποιητές του Μεσαίωνα εξακολουθούν να εμπνέουν τη λογοτεχνία της εποχής.

ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΟΣ ΣΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ 
Οι μυθιστορίες σε πεζό λόγο, παράγωγα του μυθιστορήματος, αρχίζουν να εμφανίζονται στη Γαλλία στα μέσα του 15ου αιώνα. Η μορφή είναι καινούρια: τα περιπετειώδη και ιπποτικά μυθιστορήματα αρέσουν πολύ στο κοινό και διαδίδονται ευρέως με τη βοήθεια της τυπογραφίας.
ΤΣΩΣΕΡ
ΤΣΩΣΕΡ
   
 ΤΣΩΣΕΡ (CHAUCER, περ. 1340-περ. 1400) 
Όπως και άλλοι μεγάλοι ουμανιστές λόγιοι, στον Τσώσερ διακρίνεται μια σύγκλιση χαρισμάτων, ο πνευματικός δημιουργός συμμετέχει έμπρακτα στα κοινά. Ο Τσώσερ κινούνταν στους βασιλικούς και αριστοκρατικούς κύκλους της Αγγλίας. Όλα του τα έργα είναι γραμμένα στα αγγλικά, έτσι ο Τσώσερ εμφανίζεται ως ο πρώτος μεγάλος Άγγλος ποιητής, μετά την εισβολή των Νορμανδών που είχαν επιβάλει τη γαλλική ως λόγια γλώσσα της χώρας, για όλη σχεδόν τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Η χρήση λοιπόν της αγγλικής για φιλολογικούς σκοπούς, αποτελεί σχεδόν καινοτομία. Οι Ιστορίες του Καντένμπουρυ, αν και ημιτελές αποτελεί το αριστούργημά του. Στις ιστορίες, ο συγγραφέας μας προσφέρει μια σύνθεση σχεδόν τέλεια των φιλολογικών συμβάσεων της εποχής και μια ρεαλιστική εικόνα της ανθρωπότητας.

ΑΡΙΟΣΤΟ (1474-1533)  
ΑΡΙΟΣΤΟ
ΑΡΙΟΣΤΟ
Ο Μαινόμενος Ορλάνδος, αποτελεί μια προέκταση του έργου Ερωτευμένος Ορλάνδος, άλλου επικού ιπποτικού ποιήματος από τον Μποϊράντο. Η καινοτομία που επιφέρει ο Αριόστο στη λογοτεχνική παράδοση είναι η τρέλα. Αναμφίβολα ο έρωτας είναι μια τρέλα, όπως το λέει ο ίδιος ο Αριόστο σε διακριτικές αυτοβιογραφικές αναφορές. Θλίψη, ζήλεια, διαψευσμένο πάθος και πληγωμένη υπερηφάνεια είναι τα συναισθήματα που καταλαμβάνουν τον Ορλάνδο, συναισθήματα που περιγράφονται από το συγγραφέα με εξαιρετική ακρίβεια ως προς τις μεταπτώσεις και τις κορυφώσεις τους.
Το έργο αποτελεί σχεδόν έμμετρο μυθιστόρημα, ο γραπτός λόγος του οποίου βασίζεται στο Δεκαήμερο του Βοκκάκιου και ο ποιητικός λόγος στα ποιήματα του Πετράρχη.
Ο Μαινόμενος Ορλάνδος, τροποποιήθηκε συχνά, εντάχθηκε σε άλλα έργα, συνεχίστηκε και όχι μόνο στην Ιταλία. Ο Αριόστο βρίσκει θαυμαστές και οπαδούς ακόμα και στις χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης.
Βέβαια, για λόγους πολιτισμικής συγγένειας και συνέχειας με το «ηρωικό έπος» και το «ρομανθέρο», στη Γαλλία και την Ισπανία, βρίσκει τη μεγαλύτερη απήχηση στις μιμήσεις, στις μεταφράσεις και στη λογοτεχνική κριτική.

ΡΟΜΑΝΘΕΡΟ 
Στις αρχές του 15ου αιώνα, εμφανίζονται στην Ισπανία νέες ποιητικές συνθέσεις που ονομάζονται ρομάντζες (romances) και που έμελλε να αποτελέσουν τα πιο γόνιμα είδη της ισπανικής λογοτεχνίας. Η καταγωγή τους παραμένει άγνωστη.
Η επιτυχία αυτών των ποιημάτων, προκάλεσε τους ζογκλέρ να συνθέσουν κι άλλα πάνω στο ίδιο πρότυπο, τις «ρομάντζες» των ζογκλέρ. Σ’ αυτόν τον τύπο σε αντίθεση με τον επικό στόμφο των ιπποτικών, κυριαρχεί μια τάση για το συγκεκριμένο, το υποκειμενικό και συναισθηματικό στοιχείο. Αυτά τα ποιήματα είτε προφορικά, είτε γραπτά σε απλούστατο μέτρο, μπόρεσαν να εκφράσουν για κάμποσους αιώνες, μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων και να αφομοιώσουν πολλές αλλαγές που σημειώθηκαν στην αισθητική της ποιητικής μορφής.

Εποχή του σονέτου
Η λυρική ποίηση της εποχής συνδέεται από τους ιστορικούς, κυρίως με την ερωτική ποίηση των τροβαδούρων αλλά και με την ιπποτική μυθιστορία. Η σατιρική της εκδοχή επηρεάζεται και από τη Μυθιστορία του Ρόδου.
Η σκυτάλη του λυρισμού, με την καινούρια σημασία της λέξης, περνάει στην Ιταλία, απ’ όπου ακτινοβολεί με ξεχωριστή λαμπρότητα η ποίηση των Dante Alighieri (Δάντης, 1265-1321) και Franncesco Petrarca (Πετράρχης, 1304-1374)
Έχουν πει πως με τον Πετράρχη αρχίζει η εποχή του ουμανισμού και τελειώνει ο Μεσαίωνας / Παίρνει απόσταση από τα μεγάλα μεσαιωνικά πρότυπα.
Ο Πετράρχης αναγγέλλει τον ουμανισμό, όχι μόνο γιατί τοποθετεί τη γραφή κάτω από τη σφραγίδα του χρόνου (όπως τα θέματα του θανάτου και της δόξας), αλλά και γιατί διατρέχει τον χώρο της Ευρώπης, σαν αυτή μα μην ήταν παρά ένα απομεινάρι του χρόνου που θέλει να ξαναβρεί.
Ο Πετράρχης (Fransesco Petrarca 1304-1374) εισάγει το πετραρχικό σονέτο, τη σημαντικότερη από τις νέες στιχουργικές μορφές, και ασκεί επιρροή τόσο ευρεία, ώστε ο «πετραρχισμός» να αποτελεί μια από τις θεμελιώδεις συνιστώσες της λυρικής ποίησης στη δυτική Ευρώπη, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 16ου αι.
Στις αρχές του 16ου αιώνα, το σονέτο περνάει στην Αγγλία, όπου και θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην ιστορία της νεότερης ποίησής της.
Διαφορετικό πρότυπο ποιητικής γραφής αλλά και διαφορετική αντίληψη για τον έρωτα και τον κόσμο φαίνεται να έχει ο άλλος μεγάλος λυρικός ποιητής της εποχής o Francois Villon (1431 – μετά το 1463), ο οποίος έναν αιώνα μετά τον Πετράρχη, καλλιεργεί φόρμες της γαλλικής παράδοσης και, ιδίως τη μπαλάντα.
Ιδιαίτερες μορφές λυρισμού έχουμε και σε Ισπανία, Γερμανία και Κάτω Χώρες. (137)
Ωστόσο, η λυρική ποίηση φαίνεται πως παραμένει την εποχή αυτή, φαινόμενο μάλλον περιορισμένο στη δυτική Ευρώπη ή σε χώρες που βρίσκονται υπό δυτική κυριαρχία.
ΔΑΝΤΗΣ
ΔΑΝΤΗΣ-ΘΕΙΑ ΚΩΜΜΩΔΙΑ
     
ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ
Ο Δάντης (1265-1321), με το έργο του Κωμωδία, θεωρείται από πολλούς ο Όμηρος της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.
ΤΟ ΘΕΜΑ & Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ
Εκατό Κάντο (άσματα ή τραγούδια), 15.000 στίχοι. Το σύνολο είναι χωρισμένο σε τρεις ενότητες (Κόλαση, Καθαρτήριο, Παράδεισος), όπου η καθεμία αποτελείται από 33 κάντο (και ένα εισαγωγικό). Οι στίχοι ενδεκασύλλαβοι και εισάγουν ένα σύστημα στιχουργικής και ομοιοκαταληξίας που αποκαλείται «τερτσίνα». Βασική ενότητα είναι η τρίστιχη στροφή, όπου ομοιοκαταληκτούν ο 1ος με τον 3ο στίχο, ενώ ο μεσαίος ομοιοκαταληκτεί με τον 1ο της επόμενης στροφής. Κωδικοποιημένα το στιχουργικό σύστημα έχει τη μορφή: αβα-βγβ-γδγ. Έτσι η ροή του ποιητικού λόγου παραμένει σφιχτά πλεγμένη σε συγκροτημένη ολότητα, αφετέρου δίνει στο κείμενο συνεχή ροή προς τα εμπρός. Το θέμα που ορίζει τη μορφή, είναι το μακρύ ταξίδι στον κόσμο των ψυχών. Ο Δάντης, που το όνομά του αναφέρεται μόνο μια φορά στο ποίημα, αφηγείται σε πρώτο ενικό και τραγουδάει το τι συνάντησε στη διαδρομή του: Κόλαση, Καθαρτήριο, Παράδεισος. Τον ποιητή συνοδεύουν οι ψυχές δύο φίλων οδηγών: του Λατίνου ποιητή Βιργίλιου (από την Κόλαση στο Καθαρτήριο) και της αγαπημένης Βεατρίκης (από το Καθαρτήριο στον Παράδεισο). Στη διαδρομή του συναντά τόσο ιστορικές όσο και μυθικές μορφές. Ενδεικτικό είναι πως στις παρυφές της Κόλασης συναντά και τους ενάρετους ειδωλολάτρες, μεταξύ των οποίων διακεκριμένες μορφές της κλασικής γραμματείας και ποίησης. Η δαντική ιεράρχηση ηθικών αξιών, τοποθετεί την απάτη και την προδοσία στην πηγή της κακίας ή της αμαρτίας και την αγάπη στην πηγή της αρετής, σύστημα στο οποίο οι μελετητές διακρίνουν ένα αμάγαλμα πλατωνικών, αριστοτελικών και χριστιανικών καταβολών.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ
Ο τίτλος του έργου υπογραμμίζει το αίνιγμα του είδους και του ύφους. Σύμφωνα με τον Δάντη, κωμωδία σημαίνει: α) πλοκή που ξεκινάει από δυσάρεστη κατάσταση και καταλήγει με αίσιο τέλος (αντίθετα με την τραγωδία), β) στην καθημερινή εμπειρία μάλλον, παρά στα πρότυπα της κλασικής, ιδίως ρωμαϊκής, υψηλής επικής παράδοσης.
Τρεις διιστάμενες ερμηνείες:
1. Ποίημα θρησκευτικής έμπνευσης, βασισμένο στην αλληγορία της μεσαιωνικής παράδοσης.
2. Η άλλη όψη της λογοτεχνικής παράδοσης του ύστερου Μεσαίωνα (Άουερμπαχ). Η ποίηση αναπλάθει με ιδιαίτερη προσοχή τον επίγειο ανθρώπινο κόσμο.
3. Η χρήση βιβλικών, λογοτεχνικών και άλλων πηγών δεν αποσκοπεί στη διατύπωση θρησκευτικών αντιλήψεων, ούτε στην αναπαράσταση ανθρώπινων καταστάσεων αλλά στην προβολή σαν αντίπαλου δέους, μιας καθαρά ποιητικής θεώρησης των ανθρώπινων πραγμάτων. Σύμφωνα με τον σύγχρονό μας κριτικό Χ. Μπλουμ αποτελεί το «αινιγματικότερο των λογοτεχνικών κειμένων» και ο Δάντης αναδεικνύεται σε προφήτη της δόξας της ίδιας του της ποιητικής δημιουργίας.

ΔΑΝΤΗΣ (DANTE, 1265-1321) 
 Η Θεία Κωμωδία (1304-1321) είναι ένα αλληγορικό ποίημα.
Μια λέξη, ένα πεπρωμένο, γραμμένο με μελάνι ανεξίτηλο, «το ιερό ποίημα, όπου ο ουρανός και η γη έχουν βάλει το χέρι τους», συμπυκνώνει έτσι την ιστορία ανθρώπων και βιβλίων μέσα σε μια κίνηση, μια γραμμή, ένα επιγραφικό σημείο, σαν η Θεία Κωμωδία να ήταν «το αρχείο βαπτίσεων» της αιωνιότητας.
Αλλά περισσότερο κι από την αλληγορική πορεία προς το Θεό, σημασία έχει για τον Δάντη η θέληση να φυτέψει τη γραφή μέσα στη στερεότητα των άστρων, μέσα στο στερέωμα της αιωνιότητα.
Αυτό το κείμενο ωστόσο παραμένει μια κωμωδία, ένα ποίημα χαραγμένο μέσα στο ταπεινό τραγούδι της γλώσσας της καθημερινής ζωής, κι έτσι αρνείται τη λατινική του Βιργίλιου, που είναι ωστόσο για τον Δάντη το πρότυπο που πρέπει να ακολουθήσει.
Σονέτο και μπαλάντα
Το ποιητικό έργο που σημάδεψε την εξέλιξη της ευρωπαϊκής λυρικής ποίησης και πάνω του στηρίχτηκε μεγάλο ρεύμα του «πετραρχισμού», είναι η σειρά 365 ποιημάτων που ο Πετράρχης αφιερώνει στη Λάουρα.

Η ποίησή του παρουσιάζει έναν καινοφανή και ουσιαστικά υποκειμενικό χαρακτήρα. Προϊόν της διάθεσης για εσωστρέφεια, το ύφος αυτό εκφράζει με ειλικρίνεια το βαθύτερο «εγώ « του συγγραφέα
Τα περισσότερα από τα ποιήματα αυτά ακολουθούν με εξαιρετική αυστηρότητα τους κανόνες του σονέτου. Ο Πετράρχης είναι ο πρώτος που το καλλιέργησε συστηματικά και το επέβαλε ως κατεξοχήν μορφή της νεότερης λυρικής και, ειδικότερα, της ερωτική ποίησης. Οι στίχοι είναι ενδεκασύλλαβοι και το μέτρο τους ιαμβικό (δισύλλαβοι πόδες με τονισμένη τη δεύτερη συλλαβή), το οποίο θα κυριαρχήσει στη λυρική ποίηση πολλών νεότερων ευρωπαϊκών γλωσσών. Το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα της μορφής τους, ωστόσο, βρίσκεται στη συνολική δομή τους. Το κάθε ποίημα αποτελείται από 2 μέρη: ένα οκτάστιχο (ή 2 τετράστιχα), με ομοιοκαταληξία αββα-αββα, όπου εκτίθεται το κυρίως θέμα και ένα εξάστιχο (ή 2 τρίστιχα) με ομοιοκαταληξία πιο ελεύθερη, όπου συμπληρώνεται το θέμα σε ένα «γύρισμα» του λόγου.(143)
Η στιχουργική μορφή του Πετραρχικού σονέτου, όμως, έρχεται μαζί με μια σειρά τρόπων ή σχημάτων του λόγου που συνυφαίνονται με το κεντρικό του θέμα: το δυσπρόσιτο εξιδανικευμένο έρωτα.
...καλλιεργείται ιδιαίτερα η εικόνα της αγαπημένης, με τρόπο που δημιουργεί μια διαρκή ένταση ανάμεσα στο πραγματικό της πρόσωπο και την αναπαράστασή της...
..Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η χρήση της μεταφοράς... που συχνά συνδυάζεται με το σχήμα της υπερβολής....καλείται οξύμωρο.
Ιδιαίτερη σημασία προσλαμβάνουν: α) Το ποιητικό βλέμμα, που αναγγέλλει αλλά και υποκαθιστά την άμεση επαφή και β) η ποιητική μνήμη που αντιπαλεύει το χρόνο, αλλά υποτάσσεται στην αίσθηση του τετελεσμένου.
Οι πετραρχικοί αυτοί τρόποι αφενός όρισαν μια ορισμένη εικόνα του έρωτα ή της γυναίκας αφετέρου δημιούργησαν ένα πρότυπο ποιητικού λυρισμού.

Η μπαλάντα του Βιγιόν: ένας άλλος ουμανισμός             
Francois_Villon_απεικόνηση σε ξυλογραφία
Francois_Villon_απεικόνηση σε ξυλογραφία
Ο Βιγιόν θεωρείται από πολλούς κριτικούς ο ποιητής που σημαδεύει το πέρασμα της γαλλικής ποίησης από το Μεσαίωνα στην Αναγέννηση.
Στα μισά της διαδρομής ανάμεσα στη μεσαιωνική και τη νεότερη εποχή βρίσκεται και ο Γάλλος Francois Villon, συγγραφέας των Lais (Τραγούδια 1456) και του Testament (Διαθήκη, 1461)• χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ποιητικού του έργου είναι η δύναμη του πάθους και η συγκινητική ειλικρίνεια. Η ποίηση του Βιγιόν παραμένει μεσαιωνική ως προς τη μορφή και τις πηγές έμπνευσης• συγχρόνως φαντάζει ήδη σύγχρονη, χάρη στον προσωπικό τόνο του λυρισμού και την αντιπαράθεση που συντελείτε στο χώρο της, όπου το άτομο έρημο και μόνο, αντιμετωπίζει τους άλλους, την εποχή του και το θάνατο. Η δική του βιογραφία είναι το κατεξοχήν υλικό ποίησης του Βιγιόν, όπου το τραγικό εναλλάσσεται με το γκροτέσκο. Με διάθεση θα έλεγε κανείς ζωγραφική και με τόνο σκωπτικό, ανατρέχει σε θέματα όπως η τύχη, η μωρία, η ματαιότητα, το κακό και κυρίως ο θάνατος που επανέρχεται συχνά στους στίχους του
Γεννήθηκε και έζησε στο Παρίσι και η ποίησή του άπτεται της εμπειρίας ενός αντίστοιχου τρόπου ζωής, κάτι που τον διακρίνει από πολλούς προκατόχους του.
Η ποίησή του έχει ως βασικό θέμα τον έρωτα, αλλά έναν έρωτα που αξιώνει προκλητικά να δεθεί με το παρόν
Και τα υπόλοιπα θέματα της ποίησης αυτής ορίζουν τις πολλές και αντιφατικές πλευρές αυτού του παρόντος: ζωή και θάνατος, γλέντι και μοναξιά, ευλάβεια και παρανομία. Ο τόνος είναι αντίστοιχος: εναλλάσσεται, διαρκώς ανάμεσα στην ευθυμία και την μελαγχολία, τη χαρά και το πένθος, την εξομολογητική και την ειρωνική ή οξύτατα σαρκαστική διάθεση, ελευθεροστομία και τη σεμνότητα, βωμολοχία και το λυρισμό, τα κλασικά πρότυπα και το μεσαιωνικό τραγούδι.
Η μπαλάντα είναι το είδος που ο Βιγιόν επεξεργάζεται και καλλιεργεί συστηματικά
Ο αριθμός των στίχων κυμαίνεται μεταξύ 8 και 12• οι στίχοι οργανώνονται σε τρεις μεγάλες όμοιες στροφές και μια συντομότερη• χαρακτηριστικό, η επανάληψη του ίδιου στίχου στο τέλος κάθε στροφής (refrain).
Ο Βιγιόν θεωρείται από πολλούς κριτικούς ο ποιητής που σημαδεύει το πέρασμα της γαλλικής ποίησης από το Μεσαίωνα στην Αναγέννηση.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ & ΘΕΑΤΡΟ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΠΕΖΟΣ ΛΟΓΟΣ
Την εποχή αυτή, ο πεζός λόγος αυτονομείται σε σχέση με τον έμμετρο. Στο φαινόμενο συμβάλουν η επέκταση της γραφής και η τυπογραφία, ενώ συνδέεται με την αναγεννησιακή πόλη.
Ο πεζός λόγος γεννιέται, κατά κάποιον τρόπο μέσα από τον ποιητικό. Η πρακτική που διαδίδεται από τον 15ο αιώνα, είναι η μεταγραφή έμμετρων μεσαιωνικών κειμένων σε πεζή μορφή. Παράλληλα, γράφονται σε πεζό λόγο εθνικών γλωσσών, νέα αφηγηματικά κείμενα. Ανάμεσά τους οι πρώτες συλλογές διηγημάτων (νουβέλες) και μυθιστορήματα.

  ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ
Το διήγημα αποτελεί αφήγημα μικρής έκτασης, του οποίου το θέμα επικεντρώνεται σε περιορισμένο αριθμό επεισοδίων και προσώπων.
Η καθιερωμένη γαλλική ονομασία nouvelle (νουβέλα), προέρχεται από τον τίτλο με τον οποίο κυκλοφόρησε, από τον 13ο αιώνα, στην Τοσκάνη της Β. Ιταλίας, μια συλλογή πεζών αφηγημάτων: Novellino. Ο σκοπός της συλλογής όπως δηλώνονταν στην εισαγωγή ήταν η απεύθυνση στο καλλιεργημένο κοινό της πόλης, με επιδίωξη τόσο την ψυχαγωγία όσο και την άσκηση της τέχνης του εθνικού λόγου.

Η κυκλοφορία ποικίλων συλλογών αφηγημάτων, είχε μορφή εγγύτερη στο παραμύθι, με προέλευση λατινική αλλά και ασιατική.
• Η μεσαιωνική διδακτική γραμματεία και το μετεξελισσόμενο πρότυπο της Μυθιστορίας του Ρόδου, αποτελούν τη βασική πηγή, από την οποία βαθμιαία αυτονομείται το διήγημα.
Το Δεκαήμερο, του Βοκκάκιου, εφαρμόζει την καινοτομία ένταξης των αφηγημάτων σε ενιαίο πλαίσιο, έτσι ώστε να βρίσκεται πολύ κοντά στο μυθιστόρημα.

ΝΟΥΒΕΛΑ (1300-1450) 
Το είδος σύντομης αφήγησης που ανταποκρίνεται στις προτιμήσεις των αστών, ανθίζει στην Ευρώπη του 14ου αιώνα, με την ονομασία νουβέλα ή και διήγημα. Η δομή του κατά κανόνα απλή, καθώς αναπτύσσει μια μοναδική πλοκή, που πολλές φορές τοποθετείται στο άμεσο παρόν.
Στο είδος σύντομης αφήγησης ανήκουν δύο αριστουργήματα της εποχής: οι συλλογές από πεζές νουβέλες που τιτλοφορείται Δεκαήμερο, του Ιταλού Τζ. Βοκκάκιο και τα έμμετρα διηγήματα του Άγγλου Τζέφρυ Τσώσερ, με τίτλο Οι Ιστορίες του Καντένμπουρυ.
Το σύντομο αφήγημα ως χωριστό διαμορφωμένο γένος, επιβάλλεται αδιαμφισβήτητα και στη Γαλλία το Β’ μισό του 15ου αιώνα.

ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΝΟΥΒΕΛΕΣ (1450-1550) 
ΡΑΜΠΑΙΛΕ
ΡΑΜΠΑΙΛΕ
Στη Γαλλία ο Ραμπελαί, είναι η κυρίαρχη μορφή στο χώρο της αφήγησης και ιδιαίτερα της σατιρικής λογοτεχνίας. Δίπλα στο πλατύ γέλιο του Ραμπελαί, βρίσκουμε μια ολόκληρη εύθυμη λογοτεχνία, που εμπνέεται από το Βοκκάκιο και δίνει νέα πνοή στη νουβέλα.
Επίσης ο Βοκκάκιος φαίνεται πως άσκησε επιρροή σε χώρες όπως: η Πορτογαλία, η Βοημία, τα γερμανικά κρατίδια.

ΝΟΥΒΕΛΑ 
Η νουβέλα είναι μεταξύ των σύντομων διηγημάτων, ένα είδος δύσκολο να το ορίσεις: τα όρια με το διήγημα δεν είναι πάντα ορατά και η λειτουργία που της έχει παραχωρηθεί έχει σημαντικά αλλάξει στην πορεία των αιώνων.
Η νουβέλα, η επονομαζόμενη «Τοσκανική», που την εγκαινίασε το Novellino και που πολύ γρήγορα έδωσε το αριστούργημα, το Δεκαήμερο του Βοκκάκιου, δεν έχει μόνο μία ρίζα.
Μόνο τον 19ο αιώνα κατακτά τα δικά της χαρακτηριστικά, που είναι διαφορετικά απ’ του μυθιστορήματος, το οποίο μέχρι τότε την επισκιάζει. Η νέα τύχη της νουβέλας προσδιορίζεται κατά τη ρομαντική εποχή, με τη μόδα του ιστορικού και φανταστικού διηγήματος.
Η σύγχρονη νουβέλα [20ος αι.] κρατά ορισμένα απ’ τα αρχικά χαρακτηριστικά της, όπως τη συντομία, όμως ο τόνος αλλάζει (...) η νουβέλα είναι μια ανάκληση της μοναξιάς του ατόμου, μια καταγγελία της βίας της κοινωνίας

ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Το νεότερο πεζογραφικό μυθιστόρημα, ορίζεται από την μεγάλη έκταση και την σύνθετη δομή της αφήγησης
Η εμφάνισή του είναι παράλληλη με του διηγήματος αλλά συνδέεται:
Α) με την μετεξέλιξη της επικής ποίησης και, κυρίως, της ιπποτικής μυθιστορίας.
Β) Ορισμένα είδη παλαιότερης γραμματείας όπως οι διάλογοι ή πρώτα δείγματα μυθιστορημάτων της ύστερης αρχαιότητας.
Γ) Αφηγηματικές μορφές της εκκλησιαστικής γραμματείας.
Η εξαιρετική σημασία του μυθιστορήματος στην ιστορία της λογοτεχνίας, έγκειται στο γεγονός ότι ο εκτεταμένος πεζός λόγος χαρακτηρίζεται από ορισμένα ιδιαίτερα σημεία θεματικής και ρητορικής, τα οποία διαμορφώνουν μια ουσιαστικά καινοφανή εικόνα του κόσμου και της ανθρώπινης ζωής.
Σε αντίθεση με το έπος, ανοίγεται στο παρόν, θεωρώντας το παρελθόν σαν μια προηγούμενη ιστορική κατάσταση και το μέλλον σαν επείγον αιτούμενο, δεν αποζητά το υψηλό ύφος αλλά παίζει ελεύθερα με την ανθρώπινη πολυγλωσσία, οι ήρωές του αποτελούν πρότυπα ανοιχτά σε απρόβλεπτες εξελίξεις, τα ανθρώπινα πράγματα είναι ρευστά και ασταθή, πηγή καταστάσεων που προκαλούν από γέλιο ως δημιουργική αντίδραση.

Από την εποχή αυτή προέρχεται το Γαργαντούας και Παντακρυέλ, του Γάλλου Ραπμελαί (1484-1533), που σηματοδοτεί τη γέννηση της νεότερης μυθιστορηματικής γραφής

ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ
Το έργο αποτελεί σύνθεση διηγημάτων με ερωτικό χαρακτήρα και πολλά από αυτά τα διακρίνει αντι-εκκλησιαστική στάση. Κατέχει
ΒΟΚΚΑΚΙΟΣ-ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟΝ
ΒΟΚΚΑΚΙΟΣ-ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟΝ
εξέχουσα θέση στην ιστορία της λογοτεχνίας τόσο σαν πρότυπο διηγήματος όσο και σαν έργο που βρίσκεται πολύ κοντά στο μυθιστόρημα. Διακριτή είναι στο έργο η δυνατότητα του ανθρώπου να πετύχει το σκοπό του χάρη στην επιδεξιότητα του χειρισμού της γλώσσας, ενώ δε λείπει η αναφορά στις ηθικές αξίες της τιμής και της ειλικρίνειας. Με αυτή την έννοια, πρόκειται για έναν κόσμο ουμανιστικό.
Επίσης η πλειοψηφία των γυναικών στην παρέα αναδεικνύει την ιδιαίτερη σχέση της γυναίκας με την ανάγνωση ή τη συγγραφή του μυθιστορήματος, που πλέον θα αποτελεί σταθερά της ιστορίας της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.
Ο λόγος είναι σεμνός δηλαδή σοβαρός, κάτι που παραπέμπει στο μέσο ύφος, το οποίο ο Βοκκάκιος καλλιέργησε και ανάδειξε ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της λογοτεχνικής πεζογραφίας. Επιπλέον, υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ συγγραφέα – αφηγητή και αφηγητών των επιμέρους ιστοριών από τους ήρωες των ιστοριών. Στο κάθε ένα από τα τρία επίπεδα, ο λόγος αρθρώνεται διαφορετικά, με αποτέλεσμα την συνεχή εναλλαγή τόνων του μέσου ύφους.

ΒΟΚΚΑΚΙΟΣ (1313-1375)
Το Δεκαήμερο (1349-1351), είναι κείμενο ερωτικό και αντικληρικό αλλά όχι μόνο. Ο Βοκκάκιος αισθάνονταν κυρίως ποιητής. Όμως να ζεις για την ποίηση σήμαινε να βρίσκεσαι σε αντίθεση με την οικονομική τάση της ίδιας σου της κοινωνίας.
Ο Βοκκάκιος δεν εγκατέλειψε αμέσως την παιδεία της νεότητάς του. Προτού γίνει οπαδός του Πετράρχη, τα ίχνη του οποίου ακολούθησε γράφοντας, εκτός από την Γενεαλογία, τις βιογραφίες διάσημων και άτυχων αντρών και γυναικών.
Ο Βοκκάκιος καταγίνεται με τη νουβέλα, ένα είδος που δεν είχαν προσέξει ούτε ο Δάντης, ούτε ο Πετράρχης.
Στο Δεκαήμερο, παρατηρούμε την εξύψωση ενός μικρού κοινωνικού πυρήνα ατόμων που χωρίς να είναι γεννημένοι ευγενείς, ακολουθούν τον κώδικα αρετών της υψηλής αριστοκρατίας. Ορισμένα αξιοσημείωτα του έργου: η πρώτη ημέρα αντί να εξυμνεί τις αρετές των εμπόρων, καταγγέλλει την επιθυμία προβολής που εκδηλώνεται απ’ αυτήν την κοινωνική κατηγορία. Την τέταρτη μέρα, Ο Βοκκάκιος επιβεβαιώνει με αβρότητα τη διαμαρτυρία του, εναντίον των μη φυσικών αρετών της κοινωνίας, όπου κυριαρχούν οι άντρες.
ΓΑΡΓΑΝΤΟΥΑΣ & ΠΑΝΤΑΓΚΡΥΕΛ
Χαρακτηριστικό των ηρώων του: υπερτροφικοί γλεντζέδες, πρότυπα της ουμανιστικής αγαθότητας.
To έργο του Ραμπαιλέ καταδικάστηκε από τις αρχές για την αντιεκκλησιαστική του στάση, γεγονός που υπενθυμίζει τη διαρκή ένταση ανάμεσα στην ουμανιστική λογιοσύνη και την καθολική εκκλησία. Ωστόσο, η συνέχεια των εκδόσεων μαρτυρά την ιδιάζουσα σημασία που είχε αποκτήσει ο επώνυμος πεζογράφος.
Το ύφος δεν είναι μέσο αλλά η γραφή διατρέχει όλα τα ξεχωριστά πρότυπα ύφους, τα ανασυνθέτει, τα παραλλάσει με όχημα το γέλιο. Στην ουσία παρωδεί όλα τα είδη γραμματείας.
ΡΑΜΠΕΛΑΙ (περ. 1484-1533)
Ο Ραμπελαί δεν επινόησε ο ίδιος τους γίγαντες ήρωές του• τους δανείστηκε από τα Γαργαντούεια Χρονικά, ένα από τα πολλά περιπετειώδη ιπποτικά μυθιστορήματα που κυκλοφορούν στα τέλη του Μεσαίωνα.
Το κείμενό του γίνεται αέναο σύμφυρμα, αμάγαλμα στίχου και πεζού, πάντρεμα γέλιου και σοβαρότητας, βωμολοχίας και φιλοσοφίας του ουμανισμού.
Ο Ραμπελαί, ανήκει στους συγγραφείς εκείνους που οι αναγνώστες, ακόμα κι όταν δε τους έχουν διαβάσει, τους μνημονεύουν με χαρά. Έχει μπει στην καθημερινή γλώσσα: οι γίγαντες άφησαν ίχνη στα λεξικά, τα γαλλικά βεβαίως, αλλά και τα αγγλικά, τα φλαμανδικά, τα ιταλικά, τα ισπανικά και τα πορτογαλικά.
ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΤΕΧΝΗ
Από τον 14ο αιώνα, ένα ακόμα δείγμα νεωτερισμού αποτελεί το θέατρο, τόσο από την πλευρά συγγραφής κειμένων, όσο και από πλευρά παραστάσεων, αρχίζει να αναπτύσσεται στην δυτ. Ευρώπη σε δημώδεις γλώσσες.
Τον 14ο και κυρίως τον 15ο αιώνα αναπτύσσεται το λαϊκό θέατρο, που δεν έδωσε αυτόνομα κείμενα, παράλληλα με το πολύ διαδεδομένο κωμικό είδος της φάρσας.
Στο λαϊκό θέατρο ξεχωρίζουν 2 συγγενή είδη λαϊκής έμπνευσης, που ευδοκιμούν κυρίως στη Γαλλία, ενώ αντίστοιχά του εμφανίζονται στην Αγγλία, την ιβηρική χερσόνησο, τις Κάτω Χώρες, τα γερμανικά κρατίδια, την ιταλική χερσόνησο.
Πρόκειται για: α) Μυστήρια, που αντλούν τη θεματική τους από βιβλικά κείμενα. Αργότερα όταν θα υπεισέλθουν κοσμικά στοιχεία, με έντονες αιχμές κοινωνικής σάτιρας ή φάρσας θα απαγορευτούν. β) Ηθολογίες, με ηθικό διδακτικό χαρακτήρα. Χρησιμοποιούν την αλληγορία και αντλούν συχνά θέματα και ήρωες από την κλασική μυθολογία ή γραμματεία
Από τα μέσα του 15ου αιώνα, περίοδο του ώριμου ουμανισμού, ο εκκλησιαστικός έλεγχος υποχωρεί, τα μυστήρια έχουν σχεδόν εκλείψει και οι ηθολογίες δίνουν σταδιακά τη θέση τους στη διδακτική σάτιρα και το ερωτικό ρομάντσο.
Από το διδακτικό θέατρο ξεχωρίζει το έργο Everyman (ο καθένας), με έντονα λόγια στοιχεία και έμφαση στους κανόνες της ρητορικής τέχνης.
Στον Φ. Ντε Ρόχας (1475-1541) αποδίδεται το έργο Σελεστίνα, ορόσημο της ισπανικής αναγέννησης, όπου υπάρχει ανάμειξη των ειδών.
Παράλληλα με το θέατρο των δημωδών γλωσσών, αναπτύσσεται το ουμανιστικό, με αντικείμενο την από σκηνής ανάγνωση της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής γραμματείας.

ΦΕΡΝΑΡΝΤΟ ΝΤΕ ΡΟΧΑΣ
ΦΕΡΝΑΡΝΤΟ ΝΤΕ ΡΟΧΑΣ
   ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΝΤΕ ΡΟΧΑΣ (1475-1541)
Η Ιλαροτραγωδία του Καλλίστου και της Μαλίβοιας (1499), είναι γνωστότερη με το όνομα του κεντρικού προσώπου της: Ουρανία (Σελεστίνα). Ιδεολογικά, υφολογικά κι αισθητικά είναι ένα έργο μετάβασης απ’ τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση. Το έργο δεν ανήκει εντελώς ούτε στο μυθιστόρημα, ούτε στο δραματικό είδος: είναι το λεγόμενο «θέατρο που διαβάζεται», μια λογοτεχνική μορφή που καθιέρωσε ο Πετράρχης.
Το θέμα αφορά τον έρωτα του Καλλίστου προς την Μελίβοια, που για να την κατακτήσει ζητάει τη συνδρομή της γριάς προξενήτρας Σελεστίνα. Εκείνη φέρνει εις πέρας την αποστολή της και αμείβεται με μια χρυσή αλυσίδα, αλλά η άρνησή της να αποζημιώσει τους υπηρέτες του Καλλίστου οδηγεί στη δολοφονία της και στην θανατική καταδίκη των υπηρετών. Εξάλλου, την επόμενη ο Καλλίστος καθώς αναγκάζεται να φύγει εσπευσμένα από το δωμάτιο της ερωμένης του πέφτει από το μπαλκόνι και σκοτώνεται. Η δε Μαλίβοια, παραμένει αμετανόητη για τις ερωτικές στιγμές που πέρασε μαζί του και μάλιστα, δείχνει να υποφέρει όχι από το θάνατο του εραστή της αλλά γιατί δεν χάρηκε περισσότερο.
Ο Ρόχας, στον πρόλογο του έργου δηλώνει «γράφτηκε για να επικρίνει την ανοησία των εραστών, οι οποίοι, παρασυρμένοι από τον πόθο τους, θεοποιούν το αντικείμενο του έρωτά τους. Γράφτηκε επίσης, σαν προειδοποίηση για τις δολιότητες των προξενητριών και την κακόβουλη κολακεία των υπηρετών».
Πρόθεση του Ρόχας, ήταν μάλλον η προβολή του τραγικού της ανθρώπινης ύπαρξης. Πράγματι το έργο προσφέρει μια νέα αντίληψη του ανθρώπου και του κόσμου, η οποία αντιστοιχεί στην αναγεννησιακή κοινωνία, όπου το άτομο ελίσσεται ελεύθερα αναζητώντας την απόλαυση και το υλικό συμφέρον.
Σαν έργο συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων που συνέβαλαν αποφασιστικά στη διαμόρφωση του νεότερου μυθιστορήματος.
Η Σελεστίνα, γνώρισε τεράστια επιτυχία και μεταφράστηκε σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες.
Η ζωτικότητα και η ανεξάντλητη αναζήτηση της ηδονής που ενσαρκώνει η Σελεστίνα, προσδίδουν διαχρονική γοητεία στο κείμενο του Ρόχας.

ΣΥΝΟΨΗ
Γενικές τάσεις της γραμματείας της εποχής:
• Συνέχεια της παράδοσης των διαφόρων ειδών γραμματείας του ύστερου Μεσαίωνα, με αλλαγές στη θεματική και ευρύτερη χρήση των δημωδών γλωσσών, σε μορφές πεζού λόγου.
• Καλλιέργεια νέων στιχουργικών μορφών σε δημώδεις γλώσσες, δίχως μουσική, όπως το πετραρχικό σονέτο.
• Αφηγηματική ποίηση σε δημώδεις γλώσσες, η οποία παραλλάσσει την επική παράδοση.
• Ανάδειξη πεζογραφικής αφήγησης με τη μορφή του διηγήματος και του μυθιστορήματος.
• Ανάπτυξη θεατρικής δραστηριότητας, δίχως σημαντική συγγραφική παραγωγή.
Μέσα από τις παραπάνω δραστηριότητες, οι δημώδεις γλώσσες διαμορφώνουν και εντείνουν το νεότερο εθνικό χαρακτήρα τους.


ΠΗΓΕΣ
  1. Βάρσος Γιώργος, Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Από τον 6ο έως τις αρχές του 18ου αιώνα, εκδ. Ε.Α.Π, Πάτρα 1999.
  2. Benoit Annick & Fontaine Gay (επιμ.), Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Εκδ. Σοκόλη, μτφρ Α. Ζηράς κ.ά., τ.Α, Αθήνα 1999 (Lettres EuropéenesHistoire de la Literature Européene, 1992)
  3. Benoit Annick & Fontaine Gay (επιμ.), Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Εκδ. Σοκόλη, μτφρ Α. Ζηράς κ.ά., τ. Β, Αθήνα 1999 (Lettres EuropéenesHistoire de la Literature Européene, 1992)
  4. Εγκυκλοπαίδεια, Πάπυρος-Larousse-Britannica, εκδ. Πάπυρος, επιμ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου