Translate

Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ και ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ-ΟΥΜΑΝΙΣΤΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ-ΕΡΑΣΜΟΣ-ΜΑΚΙΑΒΕΛΛΙ-Τ. ΜΟΥΡ (14ος-μέσα 16ου αι.)

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ-ΡΕΥΜΑΤΑ ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΥ (14ος-μέσα 16ου αι.)

ΡΑΦΑΗΛΟΣ
ΡΑΦΑΗΛΟΣ
ΟΡΙΣΜΟΣ της Αναγέννησης
Αναγέννηση: υπονοεί εκ νέου γέννηση του πολιτισμού, μετά την έκλειψη της ελληνικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας.
Οι αρχές αυτού του φαινόμενου μπορούν να ανιχνευτούν σε Β. Ιταλία (Φλωρεντία) γύρω στα μέσα του 14ου αι., ενώ εξαπλώνεται με πολλές μορφές σε διάφορες χώρες από τα μέσα του 15ου-αρχές 17ου αι.
...πολλοί λόγιοι της εποχής είχαν τη συναίσθηση ή τη συνείδηση πως ζούσαν σε μια εποχή ανανέωσης.
Στο τομέα των τεχνών, την Αναγέννηση σηματοδοτούν τα μεγάλα ονόματα του Λεονάρντο ντα Βίντσι, του Ραφαήλου και του Μικαελάντζελο. Στον τομέα των γραμμάτων, το ρεύμα ή κίνημα του Ουμανισμού.
Η αναγέννηση ήταν κατάληξη μιας παρατεταμένης κυοφορίας, μιας εξελικτικής διαδικασίας αρχινισμένης μέσα στους κόλπους της κοινωνίας του μεγάλου Μεσαίωνα, με την εξής ωστόσο διαφορά: Ο Μεσαίωνας είχε υπηρετηθεί από την Αρχαιότητα, ενώ η αναγέννηση τον υπηρέτησε. Ο Μεσαίωνας έψαχνε να βρει στην αρχαιότητα στηρίγματα πίστης, η αναγέννηση την υπηρέτησε για αυτό που ήταν. 

Ορισμός του Ουμανισμού     
ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ ΝΤΑ ΒΙΝΤΣΙ
ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ ΝΤΑ ΒΙΝΤΣΙ
Μπορούμε να ορίσουμε τον ουμανισμό της Αναγέννησης με βάση μια ορισμένη θεώρηση του κόσμου, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, πολύ συνοπτικά, «ανθρωποκεντρική» και να αντιδιασταλεί με την «θεοκεντρική» οπτική του Μεσαίωνα
Προβάλλεται το αξίωμα της αγαθότητας της ανθρώπινης φύσης, η οποία δικαιούται και οφείλει την επιδίωξη της βελτίωσης των συνθηκών της ζωής της και την πλήρη αξιοποίηση των τεράστιων πνευματικών και υλικών δυνατοτήτων της. Έτσι έρχεται η ολοκλήρωση και η πληρότητα.
Συστατικό στοιχείο της ουμανιστικής θεώρησης είναι το ιδανικό μιας παιδείας, η οποία καθιστά τον άνθρωπο ικανό να ασχοληθεί με τέχνες, γράμματα, δημόσιο βίο, επιστήμες και να συνομιλεί με σύνεση και να πράττει επιδέξια. Θεμέλιο της ουμανιστικής παιδείας ορίζεται η αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή γραμματεία.
Ο ουμανισμός επιδιώκει να αναπλάσει τον άνθρωπο, σύμφωνα με τα κριτήρια μιας ορισμένης ιδέας σχετικά με την πληρότητα της ανθρώπινης φύσης. Όσοι δεν ανταποκρίνονται στα κριτήρια αυτά κινδυνεύουν να μην θεωρούνται πια ολοκληρωμένοι ή φυσιολογικοί άνθρωποι.

Στην ιταλική αναγέννηση διαφαίνονται 2 μεγάλα ρεύματα:
α) Ουμανισμός των γραμμάτων, φιλολογικός και «στρατευμένος», που χαρακτηρίζεται ως πολιτικός.
β) Ένα ουμανισμό περισσότερο αφηρημένο και συγγενικό με την ιπποσύνη
Ο πολιτικός που είναι και φιλολογικός, χαρακτηρίζει τα έτη 1975-1450 και τόπος γέννησής του είναι η Φλωρεντία. Βασική συμβολή του είναι η ανακάλυψη –επανανακάλυψη – της ελληνο-λατινικής αρχαιότητας.
Σε αντίθεση με τον ιταλικό ουμανισμό, ο ουμανισμός της Αναγέννησης επηρέασε τις εθνικές γλώσσες και την εθνική λογοτεχνία των χωρών της Ευρώπης.
Μετά το β’ μισό του 15ου αιώνα, η εδραίωση των μοναρχιών ευνοεί την ανάδειξη μιας τάξης εξειδικευμένων υπαλλήλων που θα επανδρώσει το γραφειοκρατικό μηχανισμό και αυτό έχει συνέπεια τη σημαντική ώθηση στις γυμνασιακές και πανεπιστημιακές σπουδές. Εκτός από την μακρόχρονη παράδοση των πανεπιστημίων του Παρισιού και της Πράγας, ιδρύονται και πολλά καινούρια.
Η ουμανιστική τάση για επιστροφή στις πηγές, ωθεί τους χριστιανούς του 15ου και 16ου αιώνα να ανακαλύψουν και πάλι την καθαρότητα των κειμένων και την αγνότητα της εκκλησίας των πρώτων αιώνων του χριστιανισμού. Αυτή η διαφορετική προσέγγιση των βιβλικών και πατερικών κειμένων σε συνάρτηση με το δεσποτισμό και τις ανομίες της εκκλησίας, κατέληξαν στο Α’ μισό του 16ου αιώνα σε διπλή Μεταρρύθμιση, στην προτεσταντική και την καθολική.

Ανακάλυψη χειρογράφων και φιλολογία
1η χαρακτηριστική εκδήλωση του ουμανιστικού πνεύματος θεωρείται το έντονο ενδιαφέρον για την ανεύρεση και τη φύλαξη των έργων της αρχαίας γραμματείας: των χειρογράφων.
Συγκροτήθηκαν έτσι σε πολλές χώρες της ουμανιστικής Δύσης οι μεγάλες βιβλιοθήκες όπου μεταφέρθηκαν και διατηρούνται μέχρι σήμερα τα χειρόγραφα
Η γλωσσική πολλαπλότητα καθιστά τη μετάφραση, μια από τις χαρακτηριστικότερες δραστηριότητες της αναγεννησιακής Ευρώπης.
Η όλη διαδικασία ξεκινά με ενίσχυση των λατινικών σε βάρος των μεσαιωνικών δημωδών γλωσσών και καταλήγει στην ανάκαμψη και επέκταση της γραπτής χρήσης των δημωδών γλωσσών, με μορφή ολοένα συγγενέστερη των σύγχρονων εθνικών γλωσσών, σε πολλά είδη κειμένων.
   Ο λυρισμός εκφράζεται επίσης στις λογοτεχνίες που γράφονται τις εθνικές γλώσσες. Ανάμεσα στους ποιητές που επιλέγουν τη μητρική γλώσσα εκδηλώνονται τρεις βασικές τάσεις: ορισμένοι εξακολουθούν να καλλιεργούν τις πάγιες ποιητικές μορφές του Μεσαίωνα, άλλοι ενδιαφέρονται για τη λεκτική δεξιοτεχνία που διδάσκουν οι rhetoriqueurs (ρητορικοί), και τέλος μια Τρίτη ομάδα επηρεάζεται από την ιταλική φιλολογία, και ιδιαίτερα από τα έργα του Sannazaro και του Πετράρχη.

Ξεχωρίζουν οι τρεις εκπρόσωποι του ώριμου ουμανιστικού πνεύματος:
a) Niccolo Machiavelli (1469-1527)
b) Thomas More (1478-1535)
c) Erasmus (1469-1536) (117)                                        
ΜΑΚΙΑΒΕΛΙ
ΜΑΚΙΑΒΕΛΙ
Νέα ρητορική
Από τον Οράτιο και εκπροσώπους της λατινικής ρητορικής προέρχονται οι βασικές αρχές αξιολόγησης της ποίησης, οι οποίες είναι γνώση (ηθική ωφέλεια ή διαπαιδαγώγηση) και τέρψη.
Από τα τέλη του 19ου αι., ο διαπαιδαγωγητικός ρόλος θα αμφισβητηθεί έντονα από νεότερα λογοτεχνικά ή κριτικά ρεύματα.
Η έμφαση στη διαπαιδαγώγηση ενισχύει την αξία που απέδιδε ο Μεσαίωνας σε ορισμένες αξίες της ρητορικής, η οποία ξεφεύγει πλέον από το αυστηρό σχολαστικό πλαίσιο: μέσα από τη ρητορική, ο ουμανιστής λόγιος ζητά να αντλήσει κανόνες αποτελεσματικής και πειστικής έκφρασης για τη δική του χρήση της γλώσσας.
Βασικό χαρακτηριστικό της εποχής, από την άποψη της σχέσης της με τη γραπτή παράδοση, είναι η απομίμηση των προτύπων της αρχαίας ελληνικής και, κυρίως, της λατινικής ποίησης, από πλευράς θεματικής, στιχουργικής μορφής αλλά, κυρίως, ύφους
...εντείνεται ένα ενδιαφέρον για τη μελέτη και την καλλιέργεια της ποίησης σε γλώσσες δημώδεις – πράγμα που προϋποθέτει την υπεράσπιση της ποίησης γενικά, αλλά και της ρητορικής δεινότητας των δημωδών γλωσσών απέναντι σε συνήθεις κατηγορίες, όπως εκείνη της προχειρότητας ή της ανηθικότητα
Πραγματεία μεγάλης επιρροής από την άποψη αυτή έδωσε, ήδη από τις αρχές του 14ου αι ο Δάντης. Στο Περί ευγλωττίας στη λαϊκή γλώσσα, γραμμένο μεταξύ 1303 και 1305, διατυπώνονται με σαφήνεια οι αρχές της αισθητικής και ηθικής αξίας της νεότερης ιταλικής γλώσσας και ποίησης. Επίσης την ίδια εποχή ένας τυπικός εκπρόσωπος του γαλλικού ουμανισμού, ο Ντυ Μπαιλέ (Joachim Du Bellay, 1522-1560) δίνει τη δική του συμβολή με το δοκίμιο Για την υπεράσπιση και τον εμπλουτισμό της γαλλικής γλώσσας (1549) (118-119)

Σύνοψη
Η περίοδος από τις αρχές του 14ου αι. μέχρι τα μέσα του 16ου συμπίπτει με την αυγή των Νεότερων Χρόνων της ευρωπαϊκής ιστορίας
Παράγοντας ενότητας για τη δυτική Ευρώπη αναδεικνύεται η διάδοση του φαινομένου της πολιτισμικής αναγέννησης και της ουμανιστικής παιδείας, σε άμεση συνάρτηση με την ανακάλυψη της τυπογραφίας. Τα λατινικά εξακολουθούν να είναι η επίσημη γλώσσα της λογιοσύνης, αλλά τα φαινόμενα χαρακτηρίζονται παράλληλα από:
• Τη συστηματοποίηση των ελληνικών και βιβλικών σπουδών
• Τη διαμόρφωση και καλλιέργεια των δημωδών γλωσσών ως εθνικών πλέον
Ιδιαίτερο ρόλο στην ανάπτυξη και εξάπλωση του δυτικοευρωπαϊκού ουμανισμού διαδραμάτισαν:
• Ο ενισχυμένος ρόλος των πανεπιστημίων και η σχετική αυτονομία τους από την εκκλησία
• Η ανάδειξη, γενικότερα, ενός νέου προτύπου ευρωπαϊκής λογιοσύνης και μιας νέας κοινωνικής θέσης του λόγιου και του συγγραφέα
• Το κίνημα της θρησκευτικής μεταρρύθμισης, με την έμφασή του στα βιβλικά κείμενα και τη μετάφρασή τους σε εθνικές γλώσσες
Ευνοείται η μίμηση των προτύπων της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γραμματείας, σύμφωνα με τις προδιαγραφές μιας ορισμένης ανάγνωσης της ποιητικής του Οράτιου αλλά και του Αριστοτέλη. Παράλληλα, όμως, η προσοχή στρέφεται στις νεότερες εθνικές γλώσσες και, μάλιστα, στην ποιητική τους έκφραση. Η ρητορική γίνεται βασικός άξονας προσέγγισης των κειμένων και προς τις δύο αυτές κατευθύνσεις.
   
ΕΡΑΣΜΟΣ(ΜΩΡΙΑΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ)  σε πινακα του ΧΑΝΣ ΧΟΛΜΠΑΪΝ
ΕΡΑΣΜΟΣ(ΜΩΡΙΑΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ) σε πινακα του ΧΑΝΣ ΧΟΛΜΠΑΪΝ
       Μωρίας Εγκώμιον
Ανάμεσα στους δύο περίπου αιώνες που μεσολαβούν ανάμεσα σε Πετράρχη και Έρασμο, επιφέρουν την ωρίμανση και τη σταδιακή μεταλλαγή του ευρωπαϊκού ουμανισμού, μεταθέτοντας το κέντρο βάρους από την Φλωρεντία στο Ρότερνταμ και από την ποίηση στην φιλολογία.
Παρά την αυστηρή φιλολογική του δουλειά [του Έρασμου], έγραφε συχνά σε οξύτατο κριτικό ή σατιρικό τόνο, καλλιεργώντας ιδιαίτερα την ειρωνεία. Εκτός από τη συγγραφική και εκδοτική του δραστηριότητα, υπήρξε και μεταφραστής.
Το Μωρίας εγκώμιον, αν και δε θεωρείται λογοτεχνικό αριστούργημα, πρόκειται για δεξιοτέχνημα ειρωνικής ρητορικής.
Ειρωνεία δε σημαίνει ούτε διακωμώδηση ούτε σαρκασμός. Είναι το σχήμα λόγου, μέσα από το οποίο συγχέεται ή περιπλέκεται η σχέση ανάμεσα στα λεγόμενα και στη συνείδηση του ακροατή (...) Είναι, με άλλα λόγια, το σχήμα, με βάση το οποίο η σχέση μεταξύ αλήθειας και ψέματος, συνείδησης και πραγματικότητας, αναδεικνύεται διαρκές και ασταμάτητο, ίσως μάλιστα ανεξέλεγκτο παιχνίδι.
Εκείνο που, τελικά, δέχεται τα πυρά της ειρωνικής κριτικής είναι το κύρος του λόγου, του κάθε ανθρώπινου λόγου, και συγχρόνως, η διάθεση των ανθρώπων να γυρεύουν αυθεντίες που θα τους μεταφέρουν την απόλυτα καθαρή και έγκυρη γνώμη τους.

ΕΡΑΣΜΟΣ (1467-1536) 
Ο Έρασμος ως ουμανιστής είναι πριν απ’ όλα πεζογράφος. Αλλά ασχολήθηκε και με την ποίηση και με την δραματουργία κι επίσης είναι έξοχος μεταφραστής.
 Το εγκώμιο σαν είδος ανήκει στην ρητορεία ή τον φανταστικό λόγο. Μέσα στο έργο η προσωποποιημένη Μωρία παίρνει το λόγο για να παινέσει τα χαρίσματά της ενώπιον των οπαδών της, δηλαδή ενώπιον των ανθρώπων. Το ύφος άλλοτε ανάλαφρο κι άλλοτε σχολαστικό, παραθέτει μια σειρά σαρκαστικών παρατηρήσεων πάνω στην ανθρώπινη βλακεία γενικώς, και ειδικώς πάνω στη βλακεία των ανθρώπινων κοινωνικών τάξεων και επαγγελμάτων. Ο Έρασμος εμπνέεται φανερά από κλασικά κείμενα. Εξάλλου η Μωρία μιλάει και για τη μωρία του χριστιανισμού, του σταυρού, την μωρία αυτών που στα μάτια του κόσμου ψάχνουν το Θεό, αυτό το θεμελιώδες παράδοξο της χριστιανικής πίστης.
Εάν η έλλειψη ενότητας είναι ένα προφανές ελάττωμα του Εγκώμιου, το έργο σφάλει επίσης με το υπερβολικό μήκος και η στυλίστικη υπεραφθονία υπογραμμίζεται ακόμα περισσότερο με την παρουσία στο κείμενο μεγάλου αριθμού παροιμιακών εκφράσεων και ρητών που αγγίζουν τη σχολαστικότητα.
Πρόσφατα οι μελετητές αποφάσισαν πως «οι παροιμίες (1500-1536 είναι το πιο σημαντικό του έργο, για το οποίο δε θα σταματήσει να εργάζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του».


ΠΗΓΕΣ
  1. Βάρσος Γιώργος, Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Από τον 6ο έως τις αρχές του 18ου αιώνα, εκδ. Ε.Α.Π, Πάτρα 1999.
  2. Benoit Annick & Fontaine Gay (επιμ.), Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Εκδ. Σοκόλη, μτφρ Α. Ζηράς κ.ά., τ.Α, Αθήνα 1999 (Lettres EuropéenesHistoire de la Literature Européene, 1992)
  3. Benoit Annick & Fontaine Gay (επιμ.), Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Εκδ. Σοκόλη, μτφρ Α. Ζηράς κ.ά., τ. Β, Αθήνα 1999 (Lettres EuropéenesHistoire de la Literature Européene, 1992)
  4. Εγκυκλοπαίδεια, Πάπυρος-Larousse-Britannica, εκδ. Πάπυρος, επιμ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου